Όσο υπάρχει η θέληση για ελευθερία, άλλο τόσο θα εφευρίσκονται τρόποι για τον περιορισμό της.
Όσο οι άνθρωποι θα μετακινούνται, για πολλούς λόγους, άλλο τόσο θα χτίζονται και μεγαλύτερα τείχη.
Ελάχιστα τείχη, όμως, μπόρεσαν να αντέξουν για πάντα!
Η ανθρώπινη θέληση να τα γκρεμίσει είναι πάντα μεγαλύτερη από την ίδια την τάση να χτίζονται.
Τα τείχη που δύσκολα γκρεμίζονται είναι φτιαγμένα από στερεότυπα, προκαταλήψεις και κάθε είδους μίσος προς το διαφορετικό.
Στο τραγούδι No Escape (from Balkan) οι Dubioza Kolektiv, μιλάνε, ακριβώς, γι’ αυτά τα στερεότυπα.
Τα οποία υπάρχουν σε όλο τον κόσμο, κυρίως στην Δυτική Ευρώπη και ιδιαίτερα στους λαούς των Βαλκανίων.
Και σε μια διαστρεβλωμένη άποψη που έχουν, ακόμα και οι ίδιοι οι Βαλκάνιοι για τους εαυτούς τους.
Το τραγούδι κυκλοφόρησε στο άλμπουμ “Happy Machine” από την Koolarrow Records, το 2016.
Ωστόσο, παιζόταν ήδη από το 2014 σε ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος.
Το τραγούδι έχει και το δικό του συγκεκριμένο χορευτικό.
Πρόκειται για έναν «παραδοσιακό» χορό, που επινοήθηκε από το συγκρότημα και αποτελείται από μόλις δύο βήματα.
Είναι τα βασικά βήματα για να καταρριφθούν και τα τελευταία ίχνη στερεοτύπων.
Συγκεκριμένα το πρώτο βήμα είναι μια αγκαλιά και στο δεύτερο πηδάς ψηλά.
Πιθανόν επαναλαμβάνεται, αλλά για επιβεβαίωση, καλό θα είναι να το διαπιστώσει ο καθένας μόνος του στα live τους.
Ως στόχο έχουν να μεταδώσουν τη γνώση αυτού του χορού, ανά την υφήλιο και είναι προσηλωμένοι σε αυτό!
Η έμπνευση
Το τραγούδι αναφέρεται σε μια σειρά από προκαταλήψεις, για τους ανθρώπους που γεννήθηκαν και ζουν στα Βαλκάνια.
Ορισμένοι είναι θορυβώδεις, βίαιοι και επιθετικοί, τεμπέληδες, μισογύνηδες, απεχθάνονται τους κανόνες και την εξουσία.
Χτυπούν τις γυναίκες και ακούνε μόνο χάλκινα, καταναλώνοντας παράλληλα τεράστιες ποσότητες αλκοόλ.
Βέβαια, όπως σε όλες οι προκαταλήψεις, όλα αυτά είναι μια υπερβολική εκδοχή και αντίληψη της πραγματικότητας.
Ουσιαστικά είναι πάρα πολύ δύσκολο να ξεφύγουν από αυτές τις γενικεύσεις και προκαταλήψεις.
Όλα αυτά τα στερεότυπα δεν γεννήθηκαν χτες, αλλά μερικούς αιώνες πίσω.
Πιο συγκεκριμένα, από την εποχή της κυριαρχίας της Αυστρο-Ουγγρικής αυτοκρατορίας.
Οι «πολιτισμένοι» δυτικοί κυριαρχούσαν για πολλά χρόνια στα «άγρια και απολίτιστα» Βαλκάνια.
Ήταν ένα είδος ψυχολογικής άμυνας ενός «ανώτερου» δυτικού πολιτισμού απέναντι στις «κατώτερες» βαλκανικές φυλές.
Κάτι που ενισχύθηκε στις δεκαετίες ’60 κ ’70, όταν πολλοί μετανάστευσαν στην Γερμανία και Ελβετία ως κατώτεροι εργάτες.
Με κύρια ασχολία τους τις δύσκολες εξωτερικές δουλειές, όπως οι κατασκευή δρόμων.
Ήταν οι λεγόμενοι ως “baustelle“.
Εκείνη την εποχή, οι άνθρωποι που μετανάστευσαν στη Δύση ήταν από φτωχές αγροτικές περιοχές.
Φέρνοντας, στην πολιτισμένη Δύση, τα δικά τους έθιμα και παραδόσεις, ενίσχυαν στα μάτια των δυτικών την εικόνα του «απολίτιστου» Βαλκάνιου.
Η ιστορία
Ο πόλεμος του ’90 ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την εικόνα αυτή.
Οι εικόνες από τις εμφύλιες συγκρούσεις και την αγριότητά τους, τρομοκρατούσε τους φιλήσυχους Ευρωπαίους.
Όπως συμβαίνει με κάθε πόλεμο, όλο αυτό είχε και μια άλλη συνέπεια.
Πολλοί που διέφυγαν, δεν ήταν πλέον απλοί εργάτες για τις κατώτερες δουλειές, αλλά μορφωμένοι άνθρωποι, αρχιτέκτονες, μηχανικοί και κυρίως καλλιτέχνες.
Αυτοί είναι που άλλαξαν κατά πολύ την εικόνα που επικρατούσε για του λαούς των Βαλκανίων.
Ίσως η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Gino Srdjan Yevdjevich από τους Kultur Shock, ο οποίος διασώθηκε από την Joan Baez.
Τα τελευταία χρόνια η άνοδος των νεοναζιστικών κομμάτων, έφερε πάλι στο προσκήνιο την συζήτηση για την εισβολή «άγριων ορδών από τη Ανατολή», οι οποίοι και παίρνουν δουλειές από τους ντόπιους.
Όλη αυτή κατάσταση ήταν η έμπνευση για το τραγούδι.
Το μήνυμα
Είναι μια αντίδραση απέναντι στις προκαταλήψεις που έχουν οι άνθρωποι στην Δύση απέναντι στους λαούς των Βαλκανίων.
Μια επισήμανση για την εσωτερική σύγκρουση που έχουν στο μυαλό τους οι ίδιοι οι Βαλκάνιοι, όταν βρίσκονται στην Δύση.
Ουσιαστικά το τραγούδι μιλά για την νοητική διαφυγή από αυτήν την κατάσταση, παρά για κάποια γεωγραφική μετανάστευση.
Όπως επισημαίνει η μπάντα, υπάρχει μια προκατάληψη που ταυτίζεται με την αλήθεια.
Οι άνθρωποι των βαλκανικών χωρών έχουν μια σχεδόν εκ γενετής προδιάθεση να τους αρέσει το δυνατό ποτό.
Πίνουν τον άμπακο… άκρατο οίνον, όπως συνήθιζαν να λένε οι αρχαίοι.
Υπάρχουν αναφορές, πως οι Θρακιώτες, (η Θράκη θεωρούνταν στα αρχαία χρόνια όλα τα Βαλκάνια), συνήθισαν να πίνουν, όχι «οίνο εν κράσει», αλλά άκρατο.
Οι ίδιοι οι Dubioza Kolektiv δεν το αμφισβητούν καθόλου.
Μαζί με το αλκοόλ και η μουσική, μπορεί να βοηθήσει στην πιο σωστή επικοινωνία μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων.
Στο βιβλίο «Βίος και η Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά» του Ν. Καζαντζάκη, αναφέρεται χαρακτηριστικά:
Ένας χορός και ένα μπουκάλι βότκα ήταν αρκετά να συνεννοηθούν ένας Ρώσος και ένας Έλληνας.
Χωρίς να γνωρίζει ο ένας την γλώσσα του άλλου, καταφέρνοντας μάλιστα, να διηγηθούν και τις ιστορίες τους.