Όλες οι πράξεις του ανθρώπου περιστρέφονται γύρω από την αναπαραγωγή του και την αναζήτηση τροφής.
Η τροφή δεν είναι μόνο η υλική, αλλά και νοητική, συναισθηματική και πνευματική.
Καλύπτοντας τις βασικές ανάγκες του προς επιβίωση, αναζητά μια συναισθηματική κάλυψη, νοητικά ερεθίσματα και αργότερα, μια κάποια πνευματικότητα.
Ακριβώς όπως τα ορίζει η «θεωρία ιεράρχησης των αναγκών» του Abraham Harold Maslow.
Σύμφωνα με τον Maslow, υπάρχει μια φυσική σειρά με την οποία οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται καθεμιά από τις ανάγκες.
Ο Maslow, βέβαια δεν εννοούσε ότι οποιαδήποτε ανάγκη μπορεί να ικανοποιηθεί εντελώς.
Αντίθετα, πίστευε ότι μια ανάγκη θα πρέπει να ικανοποιηθεί σε έναν ελάχιστο βαθμό πριν ασχοληθεί το άτομο με το ανώτερο επίπεδο αναγκών.
Μόλις το άτομο φτάνει σε αυτό το σημείο, αρχίζει να πειραματίζεται με νέους τύπους συμπεριφοράς προκειμένου να ικανοποιήσει την νέα του ανάγκη.
Και εγένετο Metal…
Στην δεκαετία του «τίποτα», όπως αναφέρεται από μουσικούς κριτικούς για τα 80s, κάτι καινούργιο ερχόταν στο προσκήνιο.
Η Metal μουσική!
Αφήνοντας την νηπιακή της ηλικία, ζητούσε επίμονα να λάβει την θέση της στην παγκόσμια μουσική σκηνή.
Παρ’ όλη την στοχοποίηση από συντηρητικούς κύκλους σε παγκόσμιο επίπεδο, χάρη στους οπαδούς της, δεν παρέδιδε… τις κιθάρες.
Οι νέες μπάντες ξεφύτρωναν σε όλες τις χώρες, μαζί με τα νέα της είδη.
Όμως στην μετα-χουντική Ελλάδα, πως μπορούσε κάποιος να μάθει για νέες κυκλοφορίες ή και μπάντες;
Ο Tύπος γύρω από αυτήν μουσική σχεδόν ανύπαρκτος, με μοναδική πηγή το περιοδικό «Ποπ & Ροκ».
Το εν λόγω περιοδικό, ουσιαστικά «έθαβε» ουκ ολίγα αριστουργήματα κάποιων ονομάτων, τα οποία ήταν καταξιωμένα μεν, αλλά σε άλλες χώρες δε.
Αιτία δεν ήταν ο δόλος, αλλά οι «δισκοκριτικές», που γινόντουσαν από άσχετους ανθρώπους που δεν είχαν την παραμικρή ιδέα για τη Metal.
Η προσθήκη του Στάθη Παναγιωτόπουλου στη συντακτική ομάδα, βελτίωσε κάπως την κατάσταση.
Στα μέσα της δεκαετίας εμφανίζεται το “Heavy Metal” μετέπειτα “Metal Hammer”, ουσιαστικά ο πρώτος μουσικός οδηγός στα δύσκολα αυτά χρόνια.
Όμως, για έναν διψασμένο μεταλλά ούτε και αυτό ήταν αρκετό για τις μουσικές του αναζητήσεις.
Έτσι δημιούργησε αρκετούς τρόπους, ώστε να βρει κάποιο καινούργιο διαμαντάκι ή ακόμα να ανακαλύψει κάποιο παλιό.
Ας δούμε μερικούς τρόπους με τους οποίους επέλεγε να αγοράσει κάποιο άλμπουμ, στην φτωχή από metal, ελληνική αγορά.
Εισαγωγή από εξωτερικό…
Αν είχες συγγενείς στο εξωτερικό τότε θα μπορούσες με κάποιο τρόπο να αποκτήσεις έναν metal δίσκο.
Για παράδειγμα είτε, όταν θα τους επισκεπτόσουν στη Δυτική Γερμανία, κατά βάση, είτε σαν παραγγελία.
Αν φυσικά οι συγγενείς δεν είχαν φρίξει από το εξώφυλλο κάποιου άλμπουμ!
Οι δίσκοι βινυλίου της metal ήταν κατά βάση εισαγωγής!
Αυτό σήμαινε πως ήταν και ακριβοί, συνήθως 2-3 φορές ακριβότεροι από αυτούς των ελληνικών εταιριών.
Εταιρίες που όπως ήταν αναμενόμενο για την εποχή, δεν επέλεγαν την σκληρή μουσική.
Άρα, τα λιγοστά δισκάδικα, τα οποία είχαν άλμπουμ εισαγωγής της σκληρής μουσικής, τα πουλούσαν υπερ-τιμολογημένα.
Για κάποιους από εμάς αυτό σήμαινε αυτόματα, το χαρτζιλίκι δυο εβδομάδων, στην καλύτερη.
Αν ήθελες να ακούσεις πριν αγοράσεις, δεν υπήρχε καμία περίπτωση, γιατί όλα τα εισαγωγής ήταν σε κλειστές συσκευασίες.
Άρα, καθόσουν δίπλα σε πιο «πάλιουρες» για να κρυφο-ακούσεις τις απόψεις τους.
Ξένος Τύπος και Περιοδικά
Κάποια βιβλιοπωλεία είχαν «Ξένο Τύπο», όπου μερικές φορές έβρισκες περιοδικά για μουσική, αλλά κανένα για metal.
Ειδικά το γερμανικό 15-ημερο Bravo, που και που είχε κάποιες αναφορές στις νέες κυκλοφορίες.
Μέσα από τις γερμανικές λέξεις, μπορούσες να ξεχωρίσεις κάποιους αγγλικούς τίτλους.
Με την εμφάνιση του περιοδικού “Heavy Metal”, άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες αγγελίες για ανταλλαγή κασετών.
Ουσιαστικά ήταν ο πιο σίγουρος και τίμιος τρόπος για ανταλλαγή μουσικών απόψεων και αναζήτησης νέων ειδών, που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια.
Η παραγωγή φυσικά ήταν από κακή ως άθλια, αλλά μας αρκούσε!
Δισκάδικα…
Αργότερα, κάποια δισκάδικα είχαν κασέτες ντέμο, συνήθως τοπικών συγκροτημάτων, αλλά και αντιγραφές από μπάντες του εξωτερικού.
Η υπερ-τιμολογούμενη κασέτα ήταν σαν να έπαιζες σε «πειραγμένη» λοταρία κάποιου πανηγυριού.
Οι πιθανότητες να βρεις κάτι αξιόλογο ήταν 1 προς 10, ωστόσο, υπήρχαν διαμαντάκια όπως αυτό των Deceptor.
Δισκοκριτικές…
Οι δισκοκριτικές ήταν επίσης κορώνα-γράμματα, καθώς ο τομέας της μουσικής αρθρογραφίας ήταν στα επίπεδα του… Γραφικού.
Ακόμα κλαίω τις 5000 δρχ. που έδωσα για δίσκο των Mentors, μοναδικών αντιπροσώπων και βασιλιάδων της Porn Metal.
Υποψίες για χρηματισμό κάποιων συντακτών, πάντα πλανιόνταν πάνω από τα κεφάλια μας.
Κι ακόμα αναρωτιέμαι…
Τα μπλουζάκια…
Καθώς τα ερεθίσματα ήταν λίγα, προσπαθούσαμε να ανακαλύψουμε στα «πάντα» καινούργιες μπάντες.
Ακόμα και παρατηρώντας τα μπλουζάκια των ειδώλων μας.
Για παράδειγμα οι Misfits έγιναν γνωστοί χάρης στο μπλουζάκι που φορούσε ο James Hetfield των Metallica.
Πολλά ακόμα ονόματα ανακαλύφθηκα από μπλούζες, που φορούσαν μέλη άλλων συγκροτημάτων.
Ανταλλαγή ιδεών…
Η ανταλλαγή ιδεών μεταξύ άλλων μεταλλάδων ήταν η βασική πηγή γνώσης, κατά βάση συνομήλικων.
Οι μεγαλύτεροι δεν ήταν ιδιαίτερα διαθέσιμοι για μια μουσική συζήτηση με μικρότερους.
Σίγουρα, σε κάποιες άλλες χώρες τα πράγματα ήταν ακόμα πιο δύσκολα.
***
Ίσως κάποιοι να δουν έναν ρομαντισμό μέσα από αυτήν την υπενθύμιση.
Ωστόσο, τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα για τους μεταλλάδες εκείνης της εποχής, καθώς ήταν «εισπράκτορες» κάθε στερεοτυπικής προκατάληψης.
Δυστυχώς μια κατάσταση που διαιωνίζεται και παραμένει σταθερή σε ψευτο-συντηρικές κοινωνίες.
Από την άλλη και οι νεότεροι δεν μπορούν να φανταστούν καν πως ήταν η μουσική αναζήτηση χωρίς το διαδίκτυο και τις μουσικές πλατφόρμες.
Αλλά η ιστορία, είναι εδώ για να μας θυμίζει τις πιο ρομαντικές όψεις των μουσικών μας αναζητήσεων…