Υπάρχουν πάρα πολλοί καλλιτέχνες που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι του στον μαγικό κόσμο της μουσικής και της τέχνης γενικότερα.
Κάθε ένας από αυτούς έχει προσφέρει τόσα στην μουσική που άλλοι θα χρειάζονταν δυο ζωές.
Μέσα σε αυτούς και ο Davey Graham (Davy Graham), ένας αδιαμφισβήτητος «ήρωας κιθάρας» των βρετανικών folk-blues κλαμπ τη δεκαετία του ‘60.
Ένας κιθαρίστας που ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες, μεταξύ αυτών και τον Jimmy Page, ο οποίος βασίσε το σόλο του “White Summer” στο “She Moved Through the Fair” του Graham.
Κατάφερε να αλλάξει τα δεδομένα για την ακουστική κιθάρα με ερμηνείες μοναδικές για το μείγμα παραδοσιακών θεμάτων με Blues, Jazz, ακόμη και ινδικές ή/και αραβικές επιρροές.
Βλέποντας χρόνια μπροστά από την εποχή του στον τρόπο με τον οποίο ανακάτεψε στυλ, άνοιξε τον δρόμο για πολλούς σπουδαίους κιθαρίστες.
Το ιδιαίτερο παίξιμό του…
Είναι περισσότερο γνωστός για το ακουστικό του ορχηστρικό, “Anji” και για τη διάδοση του κουρδίσματος DADGAD Open Dsus4) .
Καθώς ταξίδευε στο Μαρόκο, ανέπτυξε το συγκεκριμένο κούρδισμα για να μπορεί να παίζει καλύτερα την παραδοσιακή μουσική ούτι στην κιθάρα.
Στη συνέχεια, ο Graham συνέχισε να πειραματίζεται παίζοντας παραδοσιακά Folk κομμάτια με DADGAD, ενσωματώνοντας συχνά ινδικές και μεσανατολικές κλίμακες και μελωδίες.
Το κούρδισμα παρέχει ελευθερία αυτοσχεδιασμού στα πρίμα, ενώ διατηρεί μια σταθερή υποκείμενη αρμονία και ρυθμό στο μπάσο.
Πολλοί κιθαρίστες χρησιμοποιούν πλέον το DADGAD κούρδισμα, ειδικά στη Folk, αλλά και στη World μουσική.
Η επιρροή του επεκτάθηκε από τα folk club μέχρι την αναδυόμενη βρετανική R&B και Rock σκηνή.
Ο Paul Simon, διασκεύασε το ορχηστρικό κομμάτι του Graham “Anji” στο άλμπουμ Sounds of Silence του 1966 των Simon και Garfunkel.
Η περίπλοκη μελωδία του συγκεκριμένου τραγουδιού έγινε σταθμός για κάθε επίδοξο κιθαρίστα folk-blues.
Η αρχή είναι το ήμισυ του παντός…
Αν και δεν έκανε ποτέ μαθήματα θεωρίας μουσικής, έμαθε να παίζει πιάνο και φυσαρμόνικα ως παιδί.
Στη συνέχεια σε ηλικία 12 ετών ασχολήθηκε με την κλασική κιθάρα, και στα 16 του απέκτησε την πρώτη του.
Έγινε εμμονικός με την κιθάρα του, παίζοντας ασταμάτητα τραγούδια του Elvis Presley και του Lonnie Donegan.
Μόλις άφησε το σχολείο, στα 18 του, άρχισε να ταξιδεύει στην Ελλάδα, τη Βόρεια Αφρική και στους δρόμους του Παρισιού.
Μελέτησε επίσης σκληρά για να τελειοποιήσει την τεχνική της κιθάρας του, παρακολουθώντας και μαθαίνοντας από Folk μουσικούς όπως ο Steve Benbow ή ο “Rambling” Jack Elliott.
Ήταν ο πρώτος που στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ασχολήθηκε με το στυλ της Βόρειας Αφρικής.
Η συνεχής περιοδεία του στον κόσμο, του έδωσε τη δυνατότητα να ηχογραφεί διαφορετικά στυλ μουσικής προσαρμοσμένα στην κιθάρα του.
Αυτό είχε αποτέλεσμα πολλοί μουσικοί να του πιστώνουν, πως δημιούργησε αυτό που σήμερα αποκαλούμε World μουσική.
Είχε μια διαρκώς διευρυνόμενη αντίληψη για τις δυνατότητες της ακουστικής κιθάρας, κάτι που αποδεικνύει τον τίτλο του ως «ήρωας της κιθάρας».
Ο τίτλο αυτός αποκτήθηκε τον Ιoύνιο του 1959, όταν εμφανίστηκε στην εκπομπή του Ken Russell (BBC), παίζοντας μια σύνθετη εκδοχή του “Cry Me a River”.
Η δισκογραφία του…
Η δισκογραφική καριέρα του ξεκίνησε το 1962 με το EP 3/4 AD.
Περιλάμβανε τo “Anji”, αλλά αρχικά πέρασε σε μεγάλο βαθμό απαρατήρητο επειδή ήταν πολύ μπροστά από την εποχή τoυ.
Το 1963 κυκλοφόρησε το πρώτο του LP, “The Guitar Player”. Την επόμενη χρονιά ηχογράφησε το “Folk Blues and Beyond”.
Και τα δύο άλμπουμ αναγνωρίζονται ως κλασικά αριστουργήματα της folk-blues.
Το “Folk Blues and Beyond”, αναμειγνύει blues με μια περίτεχνη κιθάρα που στηρίζεται στο παραδοσιακό τραγούδι “Seven Gypsies”.
Αυτού του είδους η μελωδία θα γίνει αργότερα γνωστή ως “folk baroque”.
Παράλληλα, πρόκειται για ένα άλμπουμ που θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ένα ταξίδι σε Jazz και Μαροκινά μονοπάτια.
Large As Life and Twice As Natural και Hat
Παρ’όλα αυτά συνέχισε να ηχογραφεί άλμπουμ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60, συμπεριλαμβανομένων των “Large As Life and Twice As Natural”, και “Hat”.
Και τα δύο αυτά άλμπουμ κυκλοφόρησαν το 1969.
Πρόκειται για μια μελωδική μείξη Blues, Ινδικά ράγκα, Βουλγαρικές μελωδίες χορού μπλουζ με ινδική Raga.
Η raga-jazz ερμηνεία του “Both Sides Now” της Joni Mitchell, είναι από τις κορυφαίες στιγμές του Graham.
Ο θαυμασμός για τον τρόπο ζωής του κόσμου της Jazz είχε καταστροφική επίδραση στον Γκράχαμ, ο οποίος άρχισε να κάνει χρήση ηρωίνης.
Εξαιτίας του εθισμού του έδινε λιγότερες δημόσιες παραστάσεις, ωστόσο πέρασε το χρόνο του μαθαίνοντας ξένες γλώσσες.
Μιλούσε εξαιρετικά γαλλικά και σπούδασε αραβικά, τουρκικά, ελληνικά και γαελικά.
Δυστυχώς είχε αρχίσει ήδη να αποστασιοποιείται από τη μουσική σκηνή και δεν γνώριζε τη μουσική επανάσταση που ξεκίνησε.
All That Moody
Μετά από μια παύση 6 ετών , κυκλοφορεί το “All That Moody”. Είναι το πρώτο με το όνομά του να γράφεται Davey αντί για Davy.
Σύμφωνα με τον μουσικό κριτικό Brian Downing:
“Ο Graham έδειξε εντυπωσιακά γιατί όχι μόνο θεωρείται ο πατέρας του σύγχρονου βρετανικού Folk κινήματος, αλλά και ένας πραγματικός καινοτόμος».
Πρόκειται για ένα ακόμα άλμπουμ που αναμιγνύει Blues, Jazz, Ratime με εξαιρετική μαεστρία.
Είκοσι χρόνια το θάνατό του, έκανε περιστασιακές εμφανίσεις και κάποιες ηχογραφήσεις.
Μεταξύ αυτών ήταν και το άλμπουμ “Playing in Traffic”, που κυκλοφόρησε το 1991.
Το 2007 κυκλοφόρησε το “Broken Biscuits”, σε μια προσπάθεια να αναζωογονήσει την καριέρα του με μια περιοδεία 13 ημερομηνιών.
Δεν τα κατάφερε, καθώς το Δεκέμβριο του 2008 απεβίωσε, αφήνοντας όμως πίσω του μια τεράστια μελωδική κληρονομιά.