Η φύση διαρκώς μετουσιώνεται και αλλάζει μορφή με μόνη σταθερά της, την ίδια την αλλαγή.
Τα πάντα στην φύση, αν δε μπορούν να αλλάξουν είναι καταδικασμένα να πεθάνουν και συνήθως με αργό και επώδυνο τρόπο… σαπίζουν.
Στη Rock μουσική ο μεγαλύτερος ψυχολογικός εφιάλτης κάθε μουσικού είναι να γίνει βαρετός στο κοινό του.
Από την άλλη, πάλι, οι αλλαγές λίγες φορές είναι πετυχημένες και πάντα έχουν κάποιο κόστος!
Συνήθως μια μερίδα οπαδών απαρνούνται την παραμικρή αλλαγή του καλλιτέχνη.
Αλλά υπάρχει ένας μουσικός που καμιά αλλαγή του, μουσική και εμφανισιακή, δεν ήταν ικανή να απογοητεύσει κανένα φαν του.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που ο David Bowie πήρε το προσωνύμιο «χαμαιλέοντας της Rock».
Οι μουσικές, αλλά κυρίως οι εμφανισιακές του αλλαγές, γινόταν πρώτη είδηση σε μουσικά (και όχι μόνο), έντυπα.
Ίσως, ο πιο ολοκληρωμένος μουσικός της Rock.
Από την αρχή της μουσικής του σταδιοδρομίας έδωσε το στίγμα του και από νωρίς προϊδεάζει το κοινό του γι’ αυτό που θα ακολουθούσε.
Το τραγούδι του, “Changes”, ήταν περισσότερο σαν μια προφητική προειδοποίηση, παρά σαν δήλωση.
Changes
Ανοίγει το τέταρτο άλμπουμ του “Hunky Dory” του 1971, στο οποίο αλλάζει μουσικό στυλ και γίνεται προσιτός στο ευρύ κοινό.
Αλλά και απαλλάσσεται οριστικά από την προσωπικότητα του Major Tom και υιοθετεί αυτήν του Ziggy Stardust.
Το “Changes” επικεντρώνεται στην καταναγκαστική φύση της καλλιτεχνικής επανεφεύρεσης.
Οι στίχοι “Strange fascination, fascinating me/Changes are taking the pace I’m going through” είναι διαφωτιστικοί.
Γενικά, όλο το λυρικό μέρος είναι ένα είδος μανιφέστου για την χαμαιλεοντική προσωπικότητά του, αλλά και για τις συχνές αλλαγές στην μουσική έκφραση της δεκαετίας του ’70.
Το άλμπουμ στο οποίο βρίσκεται το τραγούδι είναι και το ντεμπούτο του στην Β. Αμερική, αν και το σινγκλ “The Man Who Sold the World” κυκλοφόρησε εκεί δυο χρόνια πριν.
Οι αλλαγές που γινόταν ήδη στην ζωή του καλλιτέχνη, αποτέλεσαν την πηγή έμπνευσης για το τραγούδι.
Ο Bowie το έγραψε όταν διένυε μια πολύ σημαντική αλλαγή στην ζωή του.
Η γυναίκα του, Angela, ήταν έγκυος στο πρώτο παιδί του ζευγαριού, τον Duncan.
Ο ίδιος ήταν ευτυχής με το γεγονός αυτό, αλλά και τον νέο ρόλο που έπρεπε να αναλάβει.
Όπως αναφέρει ο ίδιος ο δημιουργός του, οι στίχοι σχετίζονται με το νεανικό κοινό και την ανάγκη τους να αλλάξουν τον κόσμο…
«Φτύνοντας» το κατεστημένο και χωρίς καμία διάθεση για διαπραγμάτευση.
Αρχικά το τραγούδι ξεκίνησε σαν παρωδία μουσικών κομματιών που παιζόταν σε nightclub, κάτι σαν αυτοσχέδιο κομμάτι μια χρήσης.
Ουσιαστικά είναι η πρώτη του προσπάθεια να παίξει πιάνο.
Η προσέγγιση του αυτή άνοιξε νέους ορίζοντες στις μετέπειτα συνθέσεις του.
Το πιάνο που χρησιμοποιήθηκε στο τραγούδι είναι το περίφημο, 100 ετών, Bechstein, παιγμένο, όμως, από τον Rick Wakeman, αργότερα μέλος των Yes.
Το τραύλισμα «Ch-Ch-Changes” στο ρεφρέν είναι εμπνευσμένο από το “My Generation” των The Who.
Αργότερα ο Elton John το χρησιμοποίησε στο “Bennie And The Jets”.